Η συλλογή ομφαλοπλακουντιακού αίματος κατά τον τοκετό δεν εξασφαλίζει σε καμία περίπτωση την απόκτηση κατάλληλου δείγματος κυττάρων προς μελλοντική χρήση και μεταμόσχευση. Υπάρχουν ποικίλοι περιορισμοί στην καταλληλότητα του δείγματος και αυτοί ξεκινούν κατεξοχήν από τις τιμές συγκέντρωσης αρχέγονων κυττάρων όπου είναι συνήθως και ανάλογες του όγκου του ληφθέντος αίματος. Εάν ο αριθμός των κυττάρων που περιέχεται στο δείγμα είναι κατώτερος του καθιερωμένου ορίου της εκάστοτε τράπεζας, τότε το δείγμα δεν διατίθεται συνήθως προς φύλαξη καθόσον χαρακτηρίζεται ως μη επαρκές για μεταμόσχευση.
Η παρουσία επιμόλυνσης καθώς και ορισμένων παθογόνων με υψηλή μεταδοτικότητα και σοβαρές συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία, αποτελούν σημαντικά κριτήρια για την απόρριψη ή τη μη φύλαξη ενός δείγματος, καθόσον σε περίπτωση ετερόλογης/αλλογενούς μεταμόσχευσης, ο λήπτης διατρέχει σοβαρό κίνδυνο να νοσήσει από το προσβεβλημένο μόσχευμα και να παρουσιάσει περαιτέρω επιπλοκές που θα επιβαρύνουν σημαντικά την υγεία του. Ένας ακόμη περιορισμός συναντάται στο χρόνο λήψης και επεξεργασίας του δείγματος έως την κατάψυξή του μίας και ο χρόνος ζωής των βλαστικών κυττάρων είναι σημαντικά μειωμένος σε θερμοκρασία δωματίου (~48 ώρες), καθώς και στη καταλληλότητα των πρωτοκόλλων λήψης, μεταφοράς, επεξεργασίας και αποθήκευσης που εφαρμόζονται από την εκάστοτε τράπεζα, όπου πρέπει να είναι σύγχρονα, συμβατά με την Ευρωπαϊκή Οδηγία και να διασφαλίζουν την μέγιστη βιωσιμότητα των βλαστικών κυττάρων και κατά συνέπεια του δείγματος.
Posted in: βλαστοκύτταρα