Η θεραπευτική αγωγή, όπως αναφέρθηκε, αποτελείται από αντιπηκτικά φάρμακα. Αυτά είναι κυρίως οι ενέσεις ηπαρίνης χαμηλού μοριακού βάρους (Low Molecular Weight Heparins, LMWH) σε δόση που ποικίλει ανάλογα με το σκεύασμα και τις ενδείξεις, με ή χωρίς ασπιρίνη (σε χαμηλή δόση, 75mg/ημέρα). Αξίζει να σημειωθεί ότι η απαιτούμενη δόση LMWH καθορίζεται κατά την αρχική εκτίμηση στην αρχή της εγκυμοσύνης ανάλογα με το βάρος της εγκύου. Ακολούθως, δεν απαιτείται καμία τροποποίησή της ή μέτρηση της δραστικότητάς της (με προσδιορισμό Anti-Xa) παρά μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις (σωματικό βάρος <50 ή >120 κιλά, νεφρική ανεπάρκεια και άλλες) .
Επειδή αυτά τα φάρμακα δε διαπερνούν τον πλακούντα είναι απόλυτα ασφαλή για το έμβρυο. Από την άλλη, επειδή επηρεάζουν την πήξη του αίματος, έχουν σαν παρενέργεια την αύξηση την πιθανότητας αιμορραγίας στη μητέρα. Επιπλέον, επειδή η αγωγή είναι ενέσιμη και πολύμηνη πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η ψυχολογική και σωματική επιβάρυνση (εμφάνιση εκχυμώσεων, τοπικού άλγους και άλλων αντιδράσεων), ώστε να μη συστήνεται σε γυναίκες που δεν έχουν σαφή ένδειξη.
Για λόγους πληρότητας του κειμένου, πρέπει να αναφερθεί ότι σε ορισμένες εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις (ύπαρξη μεταλλικών καρδιακών βαλβίδων, ιστορικό θρόμβωσης υπό LMWH και άλλες) μπορεί να χρειαστεί αγωγή με Ασενοκουμαρόλη (Sintrom) για την πρόληψη θρομβωτικών επεισοδίων. Επειδή η ουσία αυτή είναι δυνητικά τερατογόνα, πρέπει να δίνεται μόνο μετά από προσεκτική εκτίμηση από έμπειρο αιματολόγο.
Εφόσον μια έγκυος τεθεί υπό αντιπηκτική αγωγή, είναι απαραίτητη η παρακολούθηση από ειδικό αιματολόγο, ώστε να μη διαφύγει η εμφάνιση επιπλοκών της αγωγής (αιμορραγίες και άλλες), για να υπάρξουν σαφείς οδηγίες σχετικά με την τροποποίησή της γύρω από τον τοκετό (θεραπεία «γέφυρας»), αλλά και για να γίνει ασφαλής διακοπή της εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες.
Posted in: Θρομβοφιλία στην εγκυμοσύνη